Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Παρασκευή, 03 Οκτωβρίου 2008

Απόφαση 413/2008

Λήψη απόφασης επί της με αριθμ. πρωτ. 4344/19.07.2005 καταγγελίας του κ. Aθανασίου Πιτσιόρλα δικηγόρου, διορισμένου στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Χαλκιδικής για πιθανή παράβαση των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 703/77 όπως ισχύει, καθώς και του άρθρου 81 παρ. 1 ΣυνθΕΚ.

 
 
Απόφαση 413/2008
Αρχείο Απόφασης (PDF) Απόφαση 413/2008
Ημ/νία Έκδοσης Απόφασης 2α Οκτώβρίου 2008
Αριθμός ΦΕΚ  
Σχετική Αγορά Παροχή δικηγορικών υπηρεσιών
Αντικείμενο Απόφασης Σύμπραξη - Αναπομπή  βάσει της υπ’αρ. 428/2007 Απόφασης ΔΕΑ  στην ΕΑ, ώστε να αποφανθεί επί της καταγγελίας
Νομικό Πλαίσιο  Άρθρο 1 Ν. 703/77  κ΄  άρθρο 81 παρ. 1 ΣυνθΕΚ
Διατακτικό Απόφασης  Απόρριψη καταγγελίας .
Καταγγέλλουσα/-ες  κ.Π. Α.,  Δικηγόρος ΔΣΘ
Καταγγελλόμενη/-ες

 Δικηγορικός Σύλλογος Χαλκιδικής

Περίληψη Απόφασης

Στις 19.07.2005, κατετέθη καταγγελία του κ. Αθανα­σίου Πιτσιόρλα, δικηγόρου εγγεγραμμένου στο Δικη­γορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης και διορισμένου στην Περιφέρεια του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Χαλκιδικής. Σύμφωνα με την καταγγελία, κατά την παροχή δικηγορικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, παραβιάζονται οι κανόνες ανταγωνισμού και οι παραβιάσεις παράγουν αποτελέσματα που επι­βαρύνουν τα συμφέροντα των δικηγόρων, των κατα­ναλωτών νομικών υπηρεσιών, της λειτουργίας της αγοράς και της ελληνικής οικονομίας. Με την υπο­βληθείσα καταγγελία πλήττονται ως παραβιάζουσες τις περί ανταγωνισμού διατάξεις δύο διατάξεις του ν.δ. 3026/1954 (Κώδικας περί δικηγόρων), ήτοι εκείνες του άρθρου 42 και του άρθρου 44 αυτού.

Ο καταγγέλλων επικαλείται ότι το άρθρο 44 του ν.δ. 3026/1954 που προβλέπει ότι: «ο δικηγόρος έχει το δικαίωμα να ασκεί το λειτούργημα αυτού στην περι­φέρεια του συλλόγου, του οποίου είναι μέλος, απαγο­ρεύεται όμως να δικηγορεί σε δικαστήρια που εδρεύ­ουν εκτός της περιφέρειας του συλλόγου αυτού πλην των αναγραφόμενων στα άρθρα 56 και 57 εξαιρέ­σεων», αποτελεί τη βάση για τις παράνομες αποφά­σεις και πρακτικές των Δικηγορικών Συλλόγων και αντιβαίνει στο ελληνικό και στο κοινοτικό δίκαιο του ανταγωνισμού (άρθρο 81 της ΣυνθΕΚ και άρθρο 1 του Κανονισμού 1/2003).

Την καταγγελία αυτή αντέκρουσαν οι Δικηγορικοί Σύλ­λογοι της χώρας, οι οποίοι επικαλούνται αφενός μεν έλλειψη «πρακτικής» τους, κατά την έννοια των προ-διαληφθεισών διατάξεων, διότι εφαρμόζουν διατάξεις νόμου, αφετέρου δε διότι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι δεν αποτελούν επιχειρήσεις με την έννοια των προπαρατιθεμένων διατάξεων.

Στην προκειμένη περίπτωση, σχετική αγορά υπηρεσίας θεωρήθηκε η παροχή δικηγορικών υπηρεσιών και δη η παράσταση δικηγόρων για τη σύνταξη και υπογραφή συμβολαίων αφορώντων σε δικαιώματα επί ακινήτων και η παράσταση δικηγόρων στα δικαστήρια. Σχετική γεωγραφική αγορά δε θεωρήθηκε η Ελληνική Επικρά­τεια, διότι οι διατάξεις, οι οποίες πλήττονται (42 και 44 ν.δ. 3026/1954), έχουν καθολική εφαρμογή κατά νόμο και κατ' ουσία.

Στην υπό κρίση περίπτωση των καταγγελλομένων ως γεωγραφικών περιορισμών στην άσκηση δικηγορίας, η Επιτροπή Ανταγωνισμού έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι δεν αναπτύσσονται αυτόνομες επιχειρηματικές συμπε­ριφορές των δικηγόρων (ως επιχειρήσεων) και δικη­γορικών συλλόγων (ως ενώσεων επιχειρήσεων) που παραβιάζουν τους κανόνες ανταγωνισμού, αλλά οι γε­ωγραφικοί περιορισμοί επιτάσσονται ευθέως από τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων, σύμφωνα με τις οποίες έχει οργανωθεί η απονομή της δικαιο­σύνης και η παροχή δικηγορικών υπηρεσιών στη χώρα μας.

Θεωρήθηκε ότι το υπό κρίση ζήτημα αφορά όχι σε ρύθμιση θεσπισθείσα από τους Δικηγορικούς Συλλό­γους, αλλά σε κρατική ρύθμιση, ασκουμένη στο πρό­δηλο πλαίσιο της εθνικής κυριαρχίας, καθώς και ότι οι εδαφικοί αυτοί περιορισμοί τίθενται υπό το πρίσμα το οποίο ακολουθεί η Πολιτεία ως προς την οργάνωση και απονομή της Δικαιοσύνης στην Επικράτεια, ήτοι για λόγους δημοσίου συμφέροντος και στο πλαίσιο άσκη­σης δημόσιας εξουσίας. Γι αυτό έχει υπαγορευθεί η ευθεία σύνδεση της ύπαρξης Δικηγορικού Συλλόγου από την ύπαρξη Πρωτοδικείου και η προκύπτουσα έμ­μεση απαγόρευση ελεύθερης ίδρυσης Δικηγορικών Συλλόγων, έτσι ώστε, λαμβανομένης υπόψη και της ιδιότητας του δικηγόρου ως αναγκαίου παράγοντα της δίκης, να διασφαλίζεται η επάρκεια δικηγόρων σε κάθε Πρωτοδικείο, ανάλογα με τις ανάγκες για τις υποθέσεις του Πρωτοδικείου αυτού. Κατά συνέπεια, ακόμη και με την παραδοχή ότι οι δι­κηγόροι αποτελούν οικονομικές οντότητες και οι Δικη­γορικοί Σύλλογοι αποτελούν επιχειρήσεις, με την έν­νοια των άρθρων 81, 82 Συνθ. ΕΚ και 1 του ν. 703/1977, οι εθνικές διατάξεις και δη η συγκεκριμένη διάταξη του άρθρου 44 Κ.Δ., ή οι διατάξεις των Κωδί­κων Πολιτικής, Ποινικής, Διοικητικής Δικονομίας (και η συμμόρφωση των δικηγόρων σε αυτές) δεν αποτελούν παράβαση του δικαίου του ελευθέρου ανταγωνισμού ούτε είναι γενεσιουργές αντιανταγωνιστικών αποτελε­σμάτων. Περαιτέρω, σημειώνεται ότι έχει γίνει νομολογιακά δε­κτό ότι είναι δυνατή η παράσταση δικηγόρου ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου που βρίσκεται έξω από την πε­ριφέρεια του Πρωτοδικείου/Δικηγορικού Συλλόγου στο(ν) οποίο είναι διορισμένος, χωρίς την παράλληλη σύμπραξη (νομιμοποιητική παράσταση) δικηγόρου του οικείου Πρωτοδικείου/Δικηγορικού Συλλόγου, σε συ­γκεκριμένες περιπτώσεις. Ως προς τη διάταξη του άρθρου 42 του ν.δ. 3026/1954, σημειώνεται ότι, από το συγκεκριμένο ν.δ. ή οποιαδήποτε άλλη κειμένη διάταξη, δεν τίθεται εδα­φικός περιορισμός σχετικά με την τοποθεσία του ακι­νήτου, αλλά, αντίθετα, οι πράξεις και δικαιοπραξίες, οι οποίες αναφέρονται στη συγκεκριμένη διάταξη, είναι δυνατόν να συναφθούν ενώπιον Συμβολαιογράφου ή Συμβολαιογραφούντος Υπαλλήλου άλλης περιφέρειας, ακόμη και εκτός της Επικρατείας (άρθρο 42 παρ. 4).

Κατά συνέπεια, ο καταγγελλόμενος εδαφικός προσ­διορισμός και τα εκ τούτου αντιανταγωνιστικά αποτε­λέσματα, ακόμη και αν υποτεθεί ότι προέρχονται από διατάξεις δημοσίου δικαίου μη συμβατές με το δίκαιο του ελευθέρου ανταγωνισμού, περιορίζονται σημα­ντικά, αν δεν καταργούνται ολοσχερώς, διότι ο λήπτης των υπηρεσιών (καταναλωτής) είναι δυνατόν, όπως συ­νήθως συμβαίνει, έχοντας ήδη επιλέξει το νομικό του παραστάτη (δικηγόρο), να επιλέξει και συμβολαιο­γράφο του ιδίου Πρωτοδικείου, ανεξαρτήτως της το­ποθεσίας που βρίσκεται το ακίνητο, στο οποίο αφορά η συναλλαγή και το αντίστροφο. Συνεπώς, το ζήτημα που απομένει να εξετασθεί είναι αν η διάταξη του άρ­θρου 42 παράγει αντιανταγωνιστικά αποτελέσματα στο μέτρο κατά το οποίο εμποδίζει, μόνον, την ταυτόχρονη επιλογή από τον καταναλωτή δικηγόρου ενός Πρωτο­δικείου και συμβολαιογράφου άλλου Πρωτοδικείου. Ο εν λόγω περιορισμός κρίθηκε ότι δεν επιφέρει, αφ' εαυτού, αντιανταγωνιστικά αποτέλεσμα, πολλώ μάλλον, διότι η κατάρτιση της σχετικής με το ακίνητο δικαιο­πραξίας δεν συναρτάται αναγκαίως με την τοποθεσία όπου ευρίσκεται το ακίνητο (rei sitae).

Σημειώνεται ότι οι σχετικές με το ζήτημα των συμβο­λαιογραφικών υπηρεσιών διατάξεις έχουν απασχολή­σει την Επιτροπή Ανταγωνισμού και την Ευρωπαϊκή Επι­τροπή και γίνεται δεκτό ότι, στα ηπειρωτικά δίκαια, όπως το ελληνικό, το λειτούργημα του συμβολαιογρά­φου συνδέεται άμεσα και ειδικά με την άσκηση δημό­σιας εξουσίας (άρθρο 45 ΣυνθΕΚ).

Επιπλέον, με βάση τις ίδιες σκέψεις που αναπτύχθη­καν σχετικά με τη διάταξη του άρθρου 44 του ν.δ. 3026/1954 και όσα έχουν προεκτεθεί, η ισχύς και το κύρος της διάταξης του άρθρου 42 του ιδίου ν.δ., ήτοι πράξης της δημόσιας αρχής, δεν θίγονται ούτε εμπο­δίζονται από τις διατάξεις 10 και 81 ΣυνθΕΚ ούτε από τη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 703/1977 και τούτο διότι έχει θεσπισθεί προκειμένου να ικανοποιηθούν λό­γοι επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος ήτοι, επιπλέον των ήδη εκτεθέντων, να διασφαλίζεται και η επιβίωση των οικονομικά δρώντων στις περιφέρειες της χώρας δικηγόρων και η εκ τούτου ομαλή και εύρυθμη λει­τουργία της Δικαιοσύνης.

Για τους λόγους αυτούς, η Ολομέλεια της Επιτροπής Ανταγωνισμού έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι δεν συ­ντρέχει περίπτωση παραβίασης, από πλευράς των Δι­κηγορικών Συλλόγων, των εθνικών διατάξεων του άρ­θρου 1 παρ. 1 του ν. 703/1977, όπως ισχύει, ούτε και των ομοίου περιεχομένου διατάξεων του άρθρου 81 παρ. 1 ΣυνθΕΚ, επί του κριθέντος θέματος.
Ένδικα Βοηθήματα  
Δικαστικές Αποφάσεις  -